Σαν σήμερα ο Οθωνας φτάνει στην Ελλάδα
Σαν σήμερα, στις 20 Ιανουαρίου του 1833, ο Βασιλιάς Όθων και τα μέλη της Αντιβασιλείας φτάνουν στο Ναύπλιο με την αγγλική φρεγάτα «Μαδαγασκάρη». Τους συνοδεύουν 4.000 βαυαροί στρατιώτες.
Η ημέρα της άφιξης του Όθωνα ήταν ημέρα γιορτής για τους Έλληνες, οι οποίοι είχαν την προσδοκία ότι με την άφιξη του ηγεμόνα τους, το κράτος θα έμπαινε σταδιακά στα εκπολιτισμένα κράτη της Ευρώπης. Ο Όθων ήξερε καλά ότι για να κρατήσει ενωμένο το έθνος του θα έπρεπε να δημιουργήσει ένα εθνικό συναίσθημα που θα αποτελούσε δεσμό ανάμεσα στους πολίτες. Το πιο μεγάλο σύμβολο εθνικής ενότητας ήταν οι εθνικές γιορτές. Ήδη από τον καιρό της γαλλικής επανάστασης, η αξία των εθνικών εορτών είχε γίνει κατανοητή, και σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες γιορτάζονταν σημαντικές στιγμές της εθνικής τους ιστορίας. Η πρώτη εθνική γιορτή του νέου ελληνικού κράτους ήταν η γιορτή της έναρξης της ελληνικής επανάστασης του 1821. Αποφασίστηκε η έναρξη του αγώνα να γιορτάζεται κάθε χρόνο στις 25 Μαρτίου, ημερομηνία με την οποία ο Όθων ήθελε προφανώς να συνδέσει την έναρξη της ελληνικής επανάστασης με τη γιορτή του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου, και με αυτό τον τρόπο να της προσθέσει και έναν θρησκευτικό χαρακτήρα.
Εκκλησιαστική μεταρρύθμιση
Αμέσως μετά την άφιξη του Όθωνα και της αντιβασιλείας, τέθηκε σε προγραμματισμό το σχέδιο της Εκκλησιαστικής μεταρρύθμισης, στόχος του οποίου ήταν να ξεκαθαρίσει τις σχέσεις της ελληνικής εκκλησίας με το οικουμενικό πατριαρχείο. Ο κύριος στόχος ήταν η εμπόδιση των εξωελλαδικών παρεμβάσεων, όπως από τους Ρώσους και άλλους ορθόδοξους, αλλά και από την Οθωμανική αυτοκρατορία του σουλτάνου. Προβλεπόταν η δημιουργία μιας αυτοκέφαλης ελληνικής εκκλησίας, η οποία φυσικά θα διατηρούσε καλές σχέσεις με το οικουμενικό πατριαρχείο, αλλά θα μπορούσε να αποφασίσει για τα εσωτερικά της ζητήματα χωρίς την εμπλοκή του οικουμενικού πατριάρχη. Αυτός, εξάλλου, είχε ως έδρα την Οθωμανική αυτοκρατορία, γεγονός που ήταν πιθανό να δημιουργήσει προβλήματα στην ελληνική εκκλησία. Η στάση των Ελλήνων απέναντι στο πατριαρχείο καθορίστηκε, φυσικά, και από τη στάση που κράτησε αυτό στα χρόνια της επανάστασης, με την απροθυμία του να βοηθήσει όσο θα μπορούσε την έκβαση του αγώνα. Η ίδρυση αυτοκέφαλης εκκλησίας είχε, όμως, και πρακτικό αντίκρισμα. Σε μια εποχή στην οποία αρκετοί από τους κληρικούς βρίσκονται έξω από τα σύνορα του ελληνικού κράτους, η ελληνική αρχιεπισκοπή θα μπορούσε να διορίσει κληρικούς χωρίς χρονοτριβή, ώστε να καλυφθούν οι λειτουργικές ανάγκες.
Δημοτική αναδιοργάνωση
Εντός του έτους 1833, επιχειρήθηκε να υλοποιηθεί και η δημοτική μεταρρύθμιση. Οι συζητήσεις πάνω στο θέμα προκάλεσαν αρκετές αντιδράσεις, καθώς θεωρήθηκε ως μια ξενόφερτη μεταρρύθμιση, η οποία βρισκόταν αντίθετη προς τις παραδόσεις και τις συνήθειες των Ελλήνων. Είναι αλήθεια, βέβαια, ότι θα καταλύονταν αρκετές δομές των προεπαναστατικών χρόνων, όπως ο θεσμός της κοινότητας. Αρκετοί ήταν αυτοί που τάχθηκαν υπέρ της, αλλά ακόμα περισσότεροι εκείνοι οι πολιτικοί που είχαν τον φόβο μήπως η αλλαγή στην αυτοδιοίκηση έπληττε τα τοπικά τους συμφέροντα. Σύμφωνα με τον δημοτικό νόμο, προβλεπόταν η σύσταση νέων δήμων με βάση τους δεσμούς «οικογένειας», «συγγένειας», «φιλίας» και «κοινών συμφερόντων». Η αλλαγή αυτή μετέβαλε τους παραδοσιακούς δεσμούς και οδήγησε στην ένταξη των ετεροχθόνων πολεμιστών και ομοεθνών μεταναστών στη ζωή της νέας πατρίδας. Τα απαραίτητα έγγραφα που θα έπρεπε να έχει ένας Έλληνας υπήκοος ήταν το πιστοποιητικό ένταξης στον δήμο, μαζί με το πιστοποιητικό ορκοδοσίας.
Στρατιωτική μεταρρύθμιση
Η πιο σημαντική από τις μεταρρυθμίσεις που έπρεπε να γίνουν ήταν αυτή που αφορούσε την οργάνωση των στρατευμάτων, και ξεκίνησε και αυτή μαζί με τις υπόλοιπες το 1833. Ο σχετικός νόμος προέβλεπε τη διάλυση των άτακτων σωμάτων και την αντικατάστασή τους από τα νέα τάγματα των χερσαίων δυνάμεων. Αυτά ήταν τα τάγματα: γραμμής, ακροβολιστών, πυροβολικού, μηχανικού και ζευγιτών. Εκτός των άλλων, υπήρχε πρόβλεψη για την ίδρυση ναυτικού, του οποίου αρχηγός ορίστηκε ο Μιαούλης, την αναδιοργάνωση της σχολής Ευελπίδων και τη σύσταση χωροφυλακής. Όσον αφορά τον στρατό ξηράς και το ναυτικό, και τα δύο δεν είχαν στόχο να πολεμήσουν με εξωτερικούς εχθρούς. Στόχος του στρατού ξηράς ήταν να αποτελέσει στήριγμα της μοναρχίας εμποδίζοντας στασιαστικές ενέργειες εναντίων του μονάρχη και του ναυτικού να καταφέρει να αντιμετωπίσει την πειρατεία στις ελληνικές θάλασσες. Από την άλλη πλευρά, η ίδρυση χωροφυλακής ήταν ένας τρόπος να διευκολυνθεί η επαγγελματική αποκατάσταση των πρώην πολεμιστών, ώστε να παραμείνουν αφοσιωμένοι στο νέο πολιτικό καθεστώς. Πράγματι, αρκετοί πολεμιστές του αγώνα για την ανεξαρτησία – όχι, όμως, όλοι – αλλά και απόγονοι τους, εντάχθηκαν στο σώμα της χωροφυλακής και εξασφάλισαν έναν μισθό απαραίτητο για τη διαβίωσή τους.
Πηγλή: offlinepost.gr