Καλοκαίρι & σχέσεις – Μύθοι & αλήθειες (BINTEO)
Το καλοκαίρι ανέκαθεν ήταν μια περίοδος καθοριστική για τις συντροφικές σχέσεις, αφού οι από κοινού διακοπές των ζευγαριών φέρουν στην επιφάνεια προβλήματα που στην καθημερινότητα μπαίνουν κάτω από το χαλί.
«Οτιδήποτε αλλάζει στη ζωή μας το κάθε μέρα μας, φέρνει μια νέα προσαρμογή», λέει, μιλώντας στο MEGA, ο δρ. ψυχιατρικής του πανεπιστημίου Αθηνών, Θάνος Ασκητής.
«Οι διακοπές δεν είναι, συνήθως, μια περίοδος ανεμελιάς, ξεκούρασης και χαλάρωσης που προσδοκούμε όλοι να το δούμε έτσι. Ο άνθρωπος έχει μπει σε ένα ‘πρέπει’ της καθημερινής του ζωής, όλα τα κάνει ως πρέπει. Αυτή η ένταση περνάει και στις διακοπές γιατί το ‘κτίζεις’ ότι θα πάω διακοπές με την οικογένειά μου, με τους φίλους και ενώ θα πεις ότι πρέπει να περάσω καλά, αυτό το πρέπει γίνεται έχω ένταση».
Όπως λέει ο ίδιος:
«Το καλοκαίρι παράγει άγχος λόγω της εκτεταμένης ηλιακής ακτινοβολίας. Ο ήλιος κάνει καλό αλλά δημιουργεί και μια ψυχική φόρτιση. Το άγχος δεν είναι ένας διακόπτης που τον ανοίγεις και τον κλείνεις. Πρέπει να μάθουμε να ζούμε πιο προσαρμοσμένα στις συνθήκες της καθημερινότητας».
Τι φέρνει την ένταση στο ζευγάρι, πώς θα την αποφύγει
Ένας από τους πιο συχνούς παράγοντες επιθετικότητας μεταξύ των συντρόφων αλλά και τσακωμών, είναι το εργασιακό περιβάλλον.
«Έχουν γίνει πολλές μελέτες που δείχνουν ότι γινόμαστε όλο πιο πολύ ‘workaholic’, ζούμε δηλαδή πιο πολύ στη δουλειά μας. (…) Στο σπίτι σου αντιστοίχως, δεν προσαρμόζεσαι πολύ εύκολα γιατί αν περνάς πιο πολλές ώρες στη δουλειά σου… και σήμερα και τα δύο φύλα εργάζονται πάρα πολύ σκληρά».
Όσο για το πώς τα ζευγάρια θα μπορέσουν να περιορίσουν την ένταση μεταξύ τους;
«Το πρώτο βήμα είναι να μιλήσουν μεταξύ τους. Η μεγάλη δύναμη του ανθρώπου είναι να μιλάει. (…) Οι νέοι άνθρωποι δυστυχώς μεγαλώνουν πάρα πολύ με το ‘εγώ’, το οποίο είναι πλούσιο. Σε ποια φάση το μετανιώνει; Γύρω στη μέση ηλικία, στα 45 – 50 χρόνια που οι άνθρωποι αναζητούν μια καλύτερη συντροφικότητα».
«Όσο μιλάμε κερδίζουμε, όσο σιωπούμε χάνουμε, και χάνουμε και το ‘εγώ’ και το ‘εμείς’», καταλήγει ο κ. Ασκητής.