Αρθρο Θανάση Γλαβίνα: ” Εξεταστικές επιτροπές: προς αναζήτηση της αλήθειας”
Ο διευθυντής της κοινοβουλευτικής ομάδας του ΠΑΣΟΚ και υποψήφιος βουλευτής του κινήματος, στη Β΄ Θεσσαλονίκης, Θανάσης Γλαβίνας, αρθρογραφεί (στην εφημερίδα “ΤΑ ΝΕΑ”) με αντικείμενο την επικείμενη πρόταση για τη σύσταση εξεταστικής επιτροπής της Βουλής για την υπόθεση της παράνομης παρακολούθησης του Νίκου Ανδρουλάκη.
Αναλυτικά:
“Η υπόθεση της παράνομης παρακολούθησης του Προέδρου και ευρωβουλευτή του ΠΑ.ΣΟ.Κ. Κινήματος Αλλαγής Νίκου Ανδρουλάκη, πέρα από το εύλογο ενδιαφέρον της κοινής γνώμης εν μέσω θέρους, προκάλεσε και κοινοβουλευτικά αντανακλαστικά. Μεταξύ άλλων, τίθεται η πρόθεση της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του ΠΑ.ΣΟ.Κ. Κινήματος Αλλαγής να προκαλέσει τη σύσταση εξεταστικής επιτροπής με σκοπό τη διαλεύκανση του υπό έρευνα περιστατικού, εν προκειμένω της παράνομης παρακολούθησης του τηλεφώνου του κ. Ανδρουλάκη από την Ε.Υ.Π. αλλά και της απόπειρας παγίδευσης της τηλεφωνικής συσκευής του μέσα από το κακόβουλο λογισμικό “Predator” στο ίδιο περίπου με την παρακολούθηση χρονικό διάστημα καθώς και ενδεχομένως επιπλέον παράνομων παρακολουθήσεων πολιτικών προσώπων, δημοσιογράφων κ.α.
Οι εξεταστικές επιτροπές της Βουλής είναι κοινοβουλευτικά σώματα, με βοηθητικό προς την Ολομέλεια ρόλο, τα οποία και ασκούν την εξεταστική αρμοδιότητα της Βουλής, εξετάζουν δηλαδή ειδικά ζητήματα δημοσίου ενδιαφέροντος κατά τον ορισμό του Κανονισμού της Βουλής (άρθρο 144 παρ. 1). Σύμφωνα με το άρθρο 68 παρ. 2 του Συντάγματος οι επιτροπές αυτές συνιστώνται με απόφαση της ελάχιστης αναγκαίας πλειοψηφίας των δύο πέμπτων (120/300) των μελών της Βουλής ύστερα από πρόταση τουλάχιστον του ενός πέμπτου (60/300) των μελών της Βουλής. Επιπλέον, με την τελευταία Συνταγματική αναθεώρηση του 2019, δίνεται η δυνατότητα στα κόμματα της αντιπολίτευσης να συστήνουν εξεταστικές επιτροπές, δύο τον αριθμό ανά κοινοβουλευτική περίοδο, ανεξαρτήτως πλειοψηφίας, αρκεί η πρόταση τουλάχιστον 10 βουλευτών να λάβει τη θετική ψήφο των δύο πέμπτων (120/300) του συνόλου των βουλευτών ανεξαρτήτως πλειοψηφίας, χωρίς δηλαδή να λαμβάνεται υπόψιν η ενδεχόμενη αντίθετη γνώμη της πλειοψηφίας των βουλευτών.
Η δυνατότητα της μειοψηφίας να προτείνει και να πετυχαίνει τη σύσταση εξεταστικής επιτροπής συμβαδίζει απόλυτα με την ισχύουσα σε άλλες ευρωπαϊκές έννομες τάξεις (βλ. Γερμανία, υποχρεωτική σύσταση κατόπιν πρότασης του 1/4 των μελών της Ομοσπονδιακής Βουλής) θεωρητική κατεύθυνση ότι οι εξεταστικές επιτροπές, ως μέσο άσκησης κοινοβουλευτικού ελέγχου για τα πεπραγμένα και τις παραλείψεις της κυβέρνησης, αποτελούν δικαίωμα της κοινοβουλευτικής μειοψηφίας. Η εξέλιξη αυτή επιτρέπει στα κόμματα της αντιπολίτευσης να επιβάλλουν τους όρους τους στην πρόταση της εξεταστικής επιτροπής, π.χ. επί της χρονικής διάρκειας του υπό διερεύνηση θέματος, ώστε να αποφεύγεται το φαινόμενο προηγούμενων εξεταστικών επιτροπών, στις οποίες η πλειοψηφία, για να δεχθεί τη σύσταση της εξεταστικές επιτροπής επέβαλε τη χρονική διεύρυνση του αντικειμένου με άμεση συνέπεια τον συμψηφισμό-επιμερισμό των πολιτικών ευθυνών και τον αποπροσανατολισμό από τα ουσιώδη στοιχεία της υπόθεσης.
Στο ίδιο πλαίσιο, θα έπρεπε η μειοψηφία να διαθέτει τη δυνατότητα υπόδειξης και επιβολής κατά τη διαδικασία αποδεικτικών μέσων αναγκαίων κατά την κρίση της αλλά και να καλέσει και να εξετάσει μάρτυρες της επιλογής της χωρίς τη σύμφωνη γνώμη της πλειοψηφίας των μελών της εξεταστικής επιτροπής.
Εν προκειμένω, εάν η κοινοβουλευτική πλειοψηφία της Νέας Δημοκρατίας επιθυμεί, καθόσον δηλώνει, την αποκάλυψη της αλήθειας και την πλήρη διαλεύκανση της υπόθεσης που αφορά τον Πρόεδρο του ΠΑ.ΣΟ.Κ. Κινήματος Αλλαγής, θα το αποδείξει με τις κοινοβουλευτικές της πράξεις. Μοναδικός σκοπός των εξεταστικών επιτροπών είναι η αποκάλυψη της πραγματικότητας. Κάθε προσπάθεια εξουδετέρωσης της προσπάθειας εξεύρεσης της αλήθειας θα βαραίνει την ίδια την κυβέρνηση και θα αποτελεί επιδίωξη συσκότισης του ζητήματος. Η υπερψήφιση της επικείμενης πρότασης των βουλευτών του ΠΑ.ΣΟ.Κ. Κινήματος Αλλαγής ως αυτή έχει από την κοινοβουλευτική πλειοψηφία καθώς και στη συνέχεια η θετική ανταπόκριση, σε κάθε αίτημα της μειοψηφίας για χρήση συγκεκριμένου αποδεικτικού μέσου, από την πλευρά των μελών της πλειοψηφίας εντός της επιτροπής θα αποτελεί τεκμήριο των πραγματικών προθέσεων της κυβέρνησης”.