Σαν σήμερα ο Βασίλης Χατζηπαναγής σταματά να παίζει ποδόσφαιρο
Μια μέρα σαν κι αυτή, στις 9 Νοεμβρίου του 1990, ο «Νουρέγιεφ» του Ελληνικού ποδοσφαίρου, Βασίλης Χατζηπαναγής, ανακοινώνει ότι αποσύρεται από τα γήπεδα.
Λίγο πριν έρθει στον Ηρακλή, είχε κάνει εντυπωσιακή εμφάνιση στο εμφατικό 5-0 απέναντι στην Κυπελούχο Ευρώπης Ντινάμο Κιέβου που προερχόταν και από την κατάκτηση του Ευρωπαϊκού Σούπερ Κυπέλλου απέναντι στη Μπάγερν Μονάχου. Το France Football έκανε ξεχωριστό αφιέρωμα για τη συγκεκριμένη συνάντηση, ο Βασίλης Χατζηπαναγής θεωρήθηκε από όλους στη Σοβιετική Ένωση ως ο δεύτερος καλύτερος ακραίος επιθετικός πίσω από τον Όλεγκ Μπλαχίν.
Η πρώτη ελληνική ομάδα που εκδήλωσε επίσημα ενδιαφέρον για τον Χατζηπαναγή ήταν ο Ολυμπιακός. Το 1975 μάλιστα είχε στείλει στα γραφεία της Παχτακόρ (και την σοβιετική ομοσπονδία) επίσημο έγγραφο με το οποίο ζητούσε τον ποδοσφαιριστή, προσφέροντας 10 εκατομμύρια δραχμές, ποσό πολύ μεγάλο για την εποχή. Οι «ερυθρόλευκοι» είχαν ακολουθήσει τη νόμιμη οδό, αλλά στη Σοβιετική Ένωση οι μεταγραφές δεν ήταν συνηθισμένη υπόθεση. Ο Ηρακλής είχε ήδη κάνει τις μεθοδικές κινήσεις του για να τον αποκτήσει, ενώ στη Θεσσαλονίκη ζούσε η γιαγιά του και δύο θείες του.
Στον Ηρακλή έκανε μεγάλη καριέρα και ήταν σπεσιαλίστας στα γκολ από κόρνερ σημειώνοντας εννέα, επίδοση ρεκόρ.
Εντυπωσιακή υπήρξε η συνεισφορά του στην κατάκτηση του Κυπέλλου Ελλάδας από τον Ηρακλή το 1976. Ο Ηρακλής με τον Ολυμπιακό έφταναν σε τελικό Κυπέλλου για πρώτη φορά μετά από 19 χρόνια. Ο «Γηραιός», ο οποίος στον ημιτελικό είχε αποκλείσει τον Παναθηναϊκό, «κατέβαινε» στη Νέα Φιλαδέλφεια με ένα μεγάλο όπλο στη φαρέτρα του. Τον Βασίλη Xατζηπαναγή. Ο επωνομαζόμενος και «Βάσια» άφησε την σφραγίδα του σε έναν από τους καλύτερους τελικούς που διεξήχθησαν ποτέ και ο άσος του «Γηραιού» είχε τεράστια συνεισφορά τόσο στην κατάκτηση του Κυπέλλου από την ομάδα του, όσο και στο θέαμα.
Το 2003, με την ευκαιρία του εορτασμού των 50 χρόνων από την ίδρυση της UEFA, ανακηρύχθηκε κορυφαίος Έλληνας ποδοσφαιριστής των τελευταίων 50 χρόνων από την Ελληνική Ποδοσφαιρική Ομοσπονδία.
Από το 2013, εργάζεται ως συνυπεύθυνος ακαδημιών του Ολυμπιακού Πειραιώς που στεγάζονται στη Θεσσαλονίκη.
Το 1984 κλήθηκε και αγωνίστηκε στη Μικτή Κόσμου εναντίον της αμερικανικής ομάδας Νιου Γιορκ Κόσμος, σε φιλανθρωπικό αγώνα που έγινε στις 22 Ιουλίου 1984 στο Νιού Τζέρσεϊ, στο Στάδιο των «Τζάιαντς», ενώπιον 40.000 θεατών, από τους οποίους 15.000 Ελληνοαμερικανοί ομογενείς. Μια από τις στιγμές που ξεσήκωσε τους φιλάθλους συνέβη στο 86ο λεπτό, όταν με χτύπημα κόρνερ ο Χατζηπαναγής βρήκε το Μαύρο, η γυριστή κεφαλιά του οποίου χτύπησε στο δοκάρι.
Ο Θωμάς Μαύρος τον περιέγραψε αργότερα ως εξής: «Ήταν ένας παίκτης που με τη μπάλα στα πόδια ήταν άφταστος. Βιρτουόζος, δεξιοτέχνης, με φοβερές εμπνεύσεις που δεν υπάρχουν στο σημερινό ποδόσφαιρο. Ένας παίκτης που έκανε πολύ κόσμο να πηγαίνει στο γήπεδο για να τον παρακολουθήσει, χωρίς να είναι Ηρακλής. Πήγαινε μόνο και μόνο για να τον δει να ντριμπλάρει και να τον δει να μιλάει της μπάλας».
Το μεγάλο όνειρό του ήταν η συμμετοχή σε επίσημα ματς με την Εθνική Ελλάδος, αλλά δεν πραγματοποιήθηκε ποτέ. Πριν έρθει στην Ελλάδα είχε συμμετοχές στις σοβιετικές εθνικές ομάδες ελπίδων και εφήβων καθώς και στην Ολυμπιακή ομάδα της Σοβιετικής Ένωσης. “Αποτελεί τη μεγαλύτερη πίκρα μου που δεν έπαιξα στην εθνική Ελλάδος που είναι ο καθρέφτης για κάθε παίκτη. Πιστεύω πια σίγουρα πως πλήρωσα κιόλας και τα πολιτικά φρονήματα του πατέρα μου που ήταν αριστερός μέχρι το τέλος της ζωής του”, είχε πει σε συνέντευξή του στην εφημερίδα “ΤΑ ΝΕΑ” και συνέχισε:
“Είχα πάει τόσες φορές στη Σοβιετική Ένωση για να πάρω την ελευθέρας, αλλά τζίφος. Συνέχεια μου έλεγαν ότι δεν γινόταν να πάρω χαρτί για να παίξω στην Εθνική μας ομάδα, καθώς είχα αγωνιστεί στην Ολυμπιακή ομάδα της Σοβιετικής Ένωσης στους αγώνες του Μόντρεαλ και είχαμε πάρει το χάλκινο μετάλλιο. Έλεγαν πως η ΔΟΕ θα ζητούσε πίσω το μετάλλιο.
Στην καριέρα μου όλα ήταν ένα λάθος, είχε πει ο ίδιος. Πολλοί λένε ότι άλλοι εκμεταλλεύτηκαν το ταλέντο μου χωρίς εγώ να κερδίσω τίποτε και μάλλον έχουν δίκιο. Η καριέρα μου θα ήταν σίγουρα καλύτερη, αν δεν εμπιστευόμουν τυφλά ανθρώπους που τελικά στην πορεία απέδειξαν ότι δεν το άξιζαν”, είχε πει στον Στράτο Σεφτελή στα πλαίσια του βιβλίου αφιερώματος “Οι 50 κορυφαίοι” από τις εκδόσεις του “Εθνοσπόρ”. Ποτέ δεν θα μάθουμε μέχρι που μπορούσε να φτάσει, αν άνοιγε τα “φτερά” του και κυνηγούσε το ταβάνι του”.